Πέμπτη 21 Νοεμβρίου 2013

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ

για να μπουμε πιο νωρίς στο πνεύμα των ημερών.

 Χριστούγεννα όπου να `ναι φτάνουν
Και τα κλάματα με πιάνουν


Βλέπω τον Αϊ Βασίλη
Να μου χαμογελάει
Κι η έλλειψη σου
Δυο φορές με πονάει

 Τα ίδια φώτα ίδια στολίδια
δεν μοιάζουν ίδια ούτε παλιά
έχουν χρώμα μεσ’το χειμώνα
μου τραγουδάνε μιλούν ξανά



 Έξω σωπαίνει ο καιρός και καλοδέχεται,
μια υποψία από χιόνι σ’ άδειο δρόμο.
Από το τζάμι έξω βλέπεις κ ονειρεύεσαι,
αυτή τη νύχτα που σταμάτησε ο χρόνος.

Είναι Χριστούγεννα ξανά και όλοι χαίρονται,
βλέπουν το δέντρο με τα φώτα στολισμένο.
Στέκουν μπροστά του αμίλητοι και σκέφτονται,
ένα τραγούδι τόσους μήνες ξεχασμένο.

 Ο στρατιώτης με το τύμπανο στα χέρια του,
πετάει ψηλά τη μολυβένια τη στολή του.
παίρνει ζωή, στέκεται στα πόδια του,
και ψιθυρίζει ένα τραγούδι απ’ τη ψυχή του.

 Δέντρα στολισμένα στους δρόμους
στις βιτρίνες, στρίβω μια γωνία
βιαστικά
Ολα μου θυμίζουν τις μέρες μας
εκείνες, που μές στο κρύο μ’είχες
αγκαλιά

 Εξω από το σπίτι, στέκομαι για λίγο
φτιάχνω μες στο χιόνι μια καρδιά
κι έτσι όπως νυχτώνει φοβάμαι πως τελειώνει
κάθε μου ελπίδα να σε δω ξανά

 Κι επί ένα χρόνο γιορτινό
Στο γλυκό βουνό
Με των μάγων το άστρο θ’ ανεβαίνω
Χρόνια παιδικά και συντρόφους του έργου
Ό,τι άλλο πλάι μου να `ναι ξένο.

 Μια κορφή χρυσή κι αγκαλιά μου εσύ.
Κόψε τους μαλάκες κι έλα δώσ’ μου
Πάλι το φιλί στην Ανατολή
Και στην άκρη του καινούργιου κόσμου.

 Και ως τ’ άλλα Χριστούγεννα
Με το μάτι της δουλειάς
Και το μάτι της καρδιάς
Να προλάβω τα τρεχούμενα.


Να ‘μουν του σταύλου έν' άχυρο, ένα φτωχό κομμάτι
την ώρα π' άνοιγ' ο Χριστός στον ήλιο του το μάτι.
Να ιδώ την πρώτη του ματιά και το χαμόγελό του,
το στέμμα των ακτίνων του γύρω στο μέτωπό του.
Να λάμψω από τη λάμψη του κι' εγώ σαν διαμαντάκι
κι' από τη θεία του πνοή να γίνω λουλουδάκι.
Να μοσκοβοληθώ κι' εγώ από την ευωδία,
που άναψε στα πόδια του των Μάγων η λατρεία.
Να ‘μουν του σταύλου ένα άχυρο ένα φτωχό κομμάτι
την ώρα π' άνοιγ' ο Χριστός στον ήλιο του το μάτι.


Μες την αχνόφεγγη βραδιά
πέφτει ψιλό-ψιλό το χιόνι,
γύρω στην έρμη λαγκαδιά
στρώνοντας κάτασπρο σεντόνι.
Ούτε πουλιού γροικάς λαλιά,
ούτ’ ένα βέλασμα προβάτου,
λες κι απλωμένη σιγαλιά
είναι κει ολόγυρα θανάτου.
Μα ξάφνου πέρα απ’ το βουνό
γλυκός σημάντρου ήχος γροικιέται,
ωσάν βαθιά απ’ τον ουρανό
μέσα στη νύχτα να σκορπιέται.
Κι αντιλαλεί τερπνά-τερπνά
γύρω στην άφωνη την πλάση,
και το χωριό γλυκοξυπνά
την Άγια μέρα να γιορτάσει.

 Ένα ατέλειωτο αντίο, που όλο φεύγει και γυρίζει,
ένα ατέλειωτο αντίο, που Χριστούγεννα θυμίζει.

Με συγκλονίζουν οι αλήθειες που μου λες, άσχετα αν ξέρεις ότι με πονάς.
Έχεις τον τρόπο να με κάνεις ό,τι θες, να μ'αγοράζεις και να με πουλάς.
Πάντα μ'αγάπες και λουλούδια εμφανίζεσαι, μένεις για λίγο και μετά εξαφανίζεσαι.
Αυτή η αγάπη σου είναι όπως τα Χριστούγεννα, το χρόνο μια φορά.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου